Η υποχρέωση κατάθεσης δηλώσεων «Πόθεν Έσχες» από τους κρατικούς και αιρετούς αξιωματούχους του τόπου σκοπό έχει την αποτροπή περιπτώσεων αθέμιτου πλουτισμού και εκμετάλλευσης του δημόσιου αξιώματός τους για ίδιον όφελος ή και για την προώθηση ιδιωτικών συμφερόντων. Η σχετική νομοθεσία που βρίσκεται σε ισχύ τα τελευταία 20 χρόνια ουδέποτε εξυπηρέτησε τον πιο πάνω σκοπό καθώς παραμένει τρύπια και ξεδοντιασμένη, χωρίς καμία πρόνοια για τη διενέργεια ανεξάρτητων ελέγχων. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι από το 2004, που τέθηκε σε εφαρμογή ο νόμος για το «Πόθεν Έσχες», μέχρι και σήμερα ουδέποτε ερευνήθηκε αξιωματούχος για αθέμιτο πλουτισμό.
Η μοναδική καταγγελία που υποβλήθηκε κατά το έτος 2021 εναντίον του πρώην υπουργού Υγείας κ. Γιώργου Παμπορίδη απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες απο την αρμόδια επιτροπή της Βουλής και σωστά απορρίφθηκε, διότι η κείμενη νομοθεσία δεν προβλέπει τη συμπερίληψη περιουσιακών στοιχείων νομικών προσώπων - εταιρειών που ανήκουν σε αξιωματούχους ή που κατέχουν μετοχές στις δηλώσεις «Πόθεν Έσχες».
Αυτό που γίνεται τα τελευταία 20 χρόνια είναι ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρόεδρος της Βουλής, οι υπουργοί, οι υφυπουργοί, οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές να καταθέτουν τις δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» στη Βουλή και η αρμόδια επιτροπή, αποτελούμενη από πέντε βουλευτές, να εξετάζει κατά πόσον οι δηλώσεις είναι ορθά συμπληρωμένες και τίποτα άλλο. Οι βουλευτές - μέλη της επιτροπής για το «Πόθεν Έσχες» ουδέποτε ήλεγξαν το περιεχόμενο των δηλώσεων για να διαπιστώνουν κατά πόσον προκύπτει θέμα αθέμιτου πλουτισμού, διότι, εκτός του ότι δεν κατείχαν και δεν κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα για κάτι τέτοιο, δεν μπορούν να προχωρήσουν σε έναν τέτοιο έλεγχο εφόσον δεν διαθέτουν το τεκμήριο της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας, για τον απλούστατο λόγο ότι, εκτός από ελεγκτές, είναι και ελεγχόμενοι. Μεταξύ άλλων, καλούνται να ελέγξουν και τις δικές τους δηλώσεις περιουσιακών στοιχείων όπως και των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους.
Συνεπώς, ούτε οι δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» των βουλευτών που αναρτήθηκαν χθες στην ιστοσελίδα της Βουλής, ούτε βεβαίως οι δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» των έξι ευρωβουλευτών που θα αναρτηθούν στην ιστοσελίδα της Βουλής, τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, θα ελεγχθούν για το βάσιμο του περιεχομένου τους. Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, οι έξι ευρωβουλευτές είναι υποχρεωμένοι να καταθέσουν δηλώσεις περιουσιακών στοιχείων στην πρόεδρο της Βουλής Αννίτα Δημητρίου, εντός τριών μηνών από την ανάληψη του αξιώματός τους. Δηλαδή, μέχρι τις 9 Σεπτεμβρίου 2024.
Πρόεδρος της επιτροπής για το «Πόθεν Έσχες» είναι η πρόεδρος της Βουλής Αννίτα Δημητρίου, τακτικά μέλη της επιτροπής είναι ο Νίκος Τορναρίτης του ΔΗΣΥ και ο Γιώργος Λουκαΐδης του ΑΚΕΛ και αναπληρωματικά μέλη, ο Πανίκος Λεωνίδου του ΔΗΚΟ και ο Μαρίνος Σιζόπουλος της ΕΔΕΚ.
Η διαχρονική κοροϊδία
Εξαιτίας, ακριβώς, της απουσίας ανεξάρτητου ελέγχου, τα τελευταία 20 χρόνια οι ελεγχόμενοι αξιωματούχοι δηλώνουν ό,τι να' ναι και ό,τι τους συμφέρει στις δηλώσεις «Πόθεν Έσχες». Γεγονός που επιβεβαιώθηκε περίτρανα και με τη χθεσινή δημοσιοποίηση των δηλώσεων «Πόθεν Έσχες» των βουλευτών. Παρόλο που έχουν ετήσια εισοδήματα δεκάδων χιλιάδων ευρώ, υπήρξαν περιπτώσεις βουλευτών που δήλωσαν στο «Πόθεν Έσχες» τους πολύ μικρά ποσά σε καταθέσεις. Παράλληλα, ενώ δηλώνουν δάνεια εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, δεν διαθέτουν ούτε κατοικίες, ούτε οχήματα στο όνομά τους. Αυτό που πράττουν, τα τελευταία 20 χρόνια, οι πλείστοι ελεγχόμενοι αξιωματούχοι είναι να κρύβουν την κινητή και ακίνητη περιουσία τους στις συζύγους και στα ανήλικα τέκνα τους, μιας και οι δικές τους δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» δεν δημοσιοποιούνται με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Tον Οκτώβριο όλα αλλάζουν
Οι χθεσινές δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» των βουλευτών είναι οι τελευταίες που υποβλήθηκαν με βάση τις πρόνοιες της κείμενης νομοθεσίας. Το ίδιο ισχύει και για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους υπουργούς – υφυπουργούς. Εντός των επόμενων ημερών αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή η νέα νομοθεσία για το «Πόθεν Έσχες», η οποία, όμως, προβλέπει μεταβατική περίοδο τριών μηνών προκειμένου να ολοκληρωθούν από τη Βουλή τα διαδικαστικά ζητήματα που θα διασφαλίσουν την απρόσκοπτη εφαρμογή της, από τον ερχόμενο Οκτώβριο.
Όπως επεσήμανε στον «Π» ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ Γιώργος Λουκαΐδης, ο οποίος συνέβαλε με τις εισηγήσεις του στην ετοιμασία της νέας νομοθεσίας για το «Πόθεν Έσχες», «το νέο νομοθετικό πλαίσιο που θα διέπει τον έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων των αξιωματούχων βελτιώνει σημαντικά τις αδυναμίες και τα προβλήματα της υφιστάμενης νομοθεσίας και πρακτικής που τελικά αντί να βοηθά, υπονόμευε την αξιοπιστία των θεσμών και άφηνε εκτεθειμένους τους αξιωματούχους. Αδιάκριτα, μάλιστα, και χωρίς εξαιρέσεις, αφού «με τα ξερά καίγονταν και τα χλωρά». Ειδικότερα, οι σημαντικές αλλαγές που επέρχονται στη νέα νομοθεσία για το «Πόθεν Έσχες» έχουν ως εξής:
1 Επιτυγχάνεται ομοιομορφία στις δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» που θα υποβάλλουν εφεξής ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρόεδρος της Βουλής, οι βουλευτές, οι υπουργοί – υφυπουργοί και οι ευρωβουλευτές. Όλοι ανεξαιρέτως, συμπεριλαμβανομένων των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους, θα καταθέτουν ανά πενταετία δήλωση καθαρής περιουσιακής θέσης, γνωστής και ως «capital statement», η οποία θα ελέγχεται και θα υπογράφεται απο ορκωτό λογιστή – ελεγκτή.
2 Στις δηλώσεις θα πρέπει να περιλαμβάνονται όλα ανεξαιρέτως τα περιουσιακά στοιχεία, ακόμη και τα τιμαλφή και τα έργα τέχνης. Παράλληλα, θα αποκαλύπτονται και τα οικονομικά δεδομένα (περιουσιακά στοιχεία) των εταιρειών. Οι αξιωματούχοι ιδιοκτήτες ή μέτοχοι σε εταιρείες δήλωναν μέχρι σήμερα μονάχα την κατοχή μετοχών ονομαστικής αξίας μερικών εκατοντάδων ευρώ, ενώ η πραγματική τους αξία μπορεί να ανέρχεται σε αρκετά εκατομμύρια ευρώ.
3 Δημιουργούνται τρία στάδια εξωτερικού ελέγχου όλων των δηλώσεων «Πόθεν Έσχες» που δεν υπήρχαν προηγουμένως. Θα ελέγχονται από εγκεκριμένο ελεγκτή και από τον έφορο Φορολογίας. Προβλέπεται στη νέα νομοθεσία και ειδικός έλεγχος για συγκεκριμένους λόγους επίσης από τον έφορο Φορολογίας.
4 Οι δηλώσεις, ενώ θα συνεχίσουν να συμμορφώνονται με το Σύνταγμα σε ό,τι αφορά την προστασία των προσωπικών δεδομένων, από τούδε και στο εξής θα παρουσιάζουν δημόσια την εικόνα της περιουσιακής κατάστασης και των όποιων μεταβολών ολόκληρης της οικογένειας των αξιωματούχων, δηλαδή και των συζύγων και των εξαρτώμενων τέκνων ή των συμβίων.
Όπως δήλωσε στον «Π» ο κ. Λουκαΐδης, η Κύπρος υιοθέτησε ίσως το πιο αυστηρό πανευρωπαϊκά «Πόθεν Έσχες», το οποίο διασφαλίζει τη διαφάνεια και τη λογοδοσία των αξιωματούχων με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Εξέλιξη που θα συμβάλει, τόνισε, «στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς, οι οποίοι βρίσκονται σε παρατεταμένη κρίση και απαξιώνονται από μεγάλη μερίδα των πολιτών».
Μετέωρος ο δεύτερος νόμος για το «Πόθεν Έσχες»
Στη συνεδρία της ολομέλειας της Βουλής, που πραγματοποιήθηκε στις 11 του μήνα, ψηφίστηκε και μια δεύτερη πρόταση νόμου που επιφέρει αλλαγές στη νομοθεσία που διέπει το «Πόθεν Έσχες» των υπόλοιπων κρατικών και αιρετών αξιωματούχων στους οποίους περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο διευθυντής του γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο γενικός ελεγκτής, οι δήμαρχοι των μη κατεχόμενων δήμων, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, ο πρόεδρος και τα μέλη της ΕΔΥ, της ΕΕΥ κ.ά.
Τη σημαντικότερη αλλαγή που επέφερε η ολομέλεια της Βουλής στην πιο πάνω νομοθεσία είναι η διεύρυνση του καταλόγου των ελεγχόμενων αξιωματούχων. Περιλήφθηκαν στους αξιωματούχους που υπέχουν υποχρέωσης κατάθεσης δήλωσης «Πόθεν Έσχες» ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας. Οι δυο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας υποστηρίζουν ότι η συγκεκριμένη πρόνοια που τους αφορά είναι αντισυνταγματική. Συνεπώς, αυτό που απομένει να διαπιστωθεί τις επόμενες ημέρες είναι κατά πόσον ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης θα υπογράψει τον υπό αναφορά νόμο για να τεθεί σε εφαρμογή ή θα ακούσει τον νομικό σύμβουλο του κράτους, τον Γενικό Εισαγγελέα κ. Γιώργο Σαββίδη, και θα αναπέμψει τον νόμο. Δηλαδή, να τον επιστρέψει πίσω στη Βουλή ζητώντας την αφαίρεση του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα από τον κατάλογο των ελεγχόμενων αξιωματούχων. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θεωρείται βέβαιο ότι η Βουλή δεν θα κάνει πίσω και η διαφωνία των δυο εξουσιών, εκτελεστικής και νομοθετικής, θα αχθεί ενώπιον του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου για να δώσει τη λύση.